Στην περιοχή της Δωδώνης βρίσκεται ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους του νομού Ιωαννίνων και γενικότερα της Ηπείρου. Τον συναντάμε σε απόσταση 22 χλμ. νότια της πόλης των Ιωαννίνων. Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία η Δωδώνη θεωρείται ότι υπήρξε κοιτίδα των ελληνόφωνων φυλών.
Καταλαμβάνει μια περιοχή απείρου φυσικού κάλλους. Ο συνδυασμός της φυσικής ομορφιάς της κοιλάδας με την άγρια επιβλητικότητα των γύρω ορεινών όγκων, δημιουργούν εικόνες μοναδικής αισθητικής, ενώ η αίσθηση της ιερότητας του χώρου κάνει την περιήγηση στην περιοχή μια συγκλονιστική εμπειρία.
Ο δήμος Δωδώνης αποτελείται από εννέα Κοινότητες και έξι οικισμούς. Η Αγία Αναστασία, η Δραγοψά, οι Δραµεσιοί, η Δωδώνη, η Κωστάνιανη, το Μαντείο, οι Μελιγγοί, ο Πολύγυρος και η Ψήνα και οι οικισμοί του, απλώνονται στους πρόποδες του Τόμαρου και αγκαλιάζουν την κοιλάδα της αρχαίας Δωδώνης. Κάθε κοινότητα και οικισμός έχει να παρουσιάσει τη δική του αξιόλογη πορεία στο χρόνο.
Η Δωδώνη, στο πέρασμα των αιώνων, κατάφερε να διατηρήσει όλη την γοητεία των μύθων που την ακολουθούν και σήμερα με όλο το μεγαλείο του παρελθόντος, την φυσική της ομορφιά και με τους κατοίκους τους που προσπαθούν για το καλύτερο πορεύετε στο μέλλον.
Γνωριμία με τον αρχαιολογικό χώρο της Δωδώνης
Ο αρχαιολογικός χώρος της Δωδώνης βρίσκεται στη στενή κοιλάδα ανάμεσα στον Τόμαρο και τη Μανολιάσα. Είναι από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας, καθώς η περιοχή αυτή υπήρξε σημείο εκκίνησης των ελληνόφωνων φύλλων. Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, στην περιοχή έζησαν και δημιούργησαν τον πολιτισμό τους οι πρώτοι Έλληνες, οι ‘‘Σέλλοι’’.
Η Δωδώνη σηματοδοτεί το ξεκίνημα της ιστορίας της Ηπείρου. Ο επισκέπτης του αρχαιολογικού χώρου της Δωδώνης θα έχει την ευκαιρία να δει το αρχαιότερο και ένα από τα σημαντικότερα μαντεία. Επίσης, το μεγαλύτερο αρχαίο θέατρο, το βουλευτήριο, το Πρυτανείο και το Στάδιο, τα οποία πλαισιώνουν το αρχαίο ιερό.
Αρχικά ο χώρος αυτός ήταν αφιερωμένος στην λατρεία της θεάς Γης. Η λατρεία του Δία και της Δρυός εισάγεται στη Δωδώνη από κλάδο των Θεσπρωτών, Σελλών τον 19ο - 14ο π.Χ. αιώνας και σύντομα εξελίσσεται σε κυρίαρχη λατρεία. Τα πρώτα αφιερώματα από τη νότια Ελλάδα εμφανίζονται στα τέλη του 8ου π.Χ. αιώνα.
Η αρχή της οικοδομικής δραστηριότητας στην περιοχή τοποθετείται στον 4ο π.Χ. αιώνα. Η μεγαλύτερη άνθηση του ιερού σημειώνεται τον 3ο π.Χ. αιώνα. Το ιερό καταστράφηκε το 219 π.Χ. από τους Αιτωλούς. Επανοικοδομήθηκε όμως και λειτούργησε μέχρι τη ρωμαϊκή επέμβαση και καταστροφή του 167 π.Χ. Το ιερό λειτούργησε με άλλο χαρακτήρα κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Τον 4ο αιώνα μ.Χ., επί Θεοδοσίου του Μεγάλου, το ιερό σταματά, οριστικά, να λειτουργεί.
Την περίοδο των βαρβαρικών εισβολών, η περιοχή φαίνεται ότι εγκαταλείφθηκε από τον πληθυσμό της, λόγω των σλαβικών επιδρομών.
Αργότερα η περιοχή, ακολούθησε κοινή μοίρα με την Βυζαντινή αυτοκρατορία. Υπήρξε τμήμα του Δεσποτάτου της Ηπείρου και υπέκυψε μαζί με την υπόλοιπη Ελλάδα, στην κυριαρχία των Τούρκων κατακτητών. Απελευθερώθηκε το 1913, μαζί με όλη την Ήπειρο.
To Μαντείο της Δωδώνης
Το Μαντείο της Δωδώνης είναι το αρχαιότερο και ένα από τα σημαντικότερα μαντεία. Αρχικά εκεί, λατρευόταν η Μεγάλη Θεά, η θεότητα της γονιμότητας και της ευφορίας. Αργότερα η λατρεία αυτή αντικαταστάθηκε με εκείνη του Δωδωναίου Δία. Λέγεται, ότι την ονομασία του το ιερό μαντείο την πήρε από τη σύζυγο του Δία, τη Διώνη, που σήμαινε παραγωγός – δότρα. Το ιερό ήταν υπαίθριο και πίστευαν ότι ο Δίας κατοικούσε στις ρίζες της ιερής βελανιδιάς, που υπήρχε στην είσοδο της ιεράς οικίας. Γύρω από το ιερό υπήρχαν χάλκινοι τρίποδες και από εκείνο το σημείο οι ιερείς έλεγαν τους χρησμούς.
Το μαντείο αυτό είχαν συμβουλευτεί οι Πελασγοί για τα ονόματα των Θεών τους. Επίσης, το μαντείο αναφέρεται από τον Ηρόδοτο στην Αργοναυτική εκστρατεία.
Ένα από τα στοιχεία της σπουδαιότητας του μαντείου ήταν και η ικανότητά του να προσελκύει τους νότιους Έλληνες, οι οποίοι το θεωρούσαν «ελληνική όαση, σε έρημο βαρβαρική».
Καθώς αποτελούσε θρησκευτικό κέντρο της αρχαιότητας, με την πάροδο των χρόνων στην περιοχή κτίστηκαν και άλλοι ναοί. Όπως, ο ναός του Ηρακλή, της Διώνης, της Θέμιδας και της Αφροδίτης.
Τα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου της Δωδώνης
Στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα στην περιοχή της Δωδώνη άρχισε να αναπτύσσετε το διοικητικό κέντρο των Ηπειρωτών. Τότε, κτίστηκαν μερικά σημαντικά κτίρια, που τμήματά τους σώζονται ως τις μέρες μας. Αναλυτικότερα:
Το Αρχαίο Θέατρο της Δωδώνης, κατασκευάστηκε τον 3ο π.Χ. αιώνα από τον βασιλιά Πύρρο. Είναι το μεγαλύτερο αρχαίο θέατρο της Ελλάδας, με χωρητικότητα περίπου 18.000 ατόμων. Τα κυριότερα τμήματά του ήταν το κοίλο, η ορχήστρα, η δωρική στοά και ξύλινο προσκήνιο. Καταστράφηκε το 219 π.Χ. από τους Αιτωλούς. Στα τέλη του 3ου π.Χ. αιώνα αποκαταστάθηκε και συμπληρώθηκε. Καταστράφηκε το 167 π.Χ. από τον Αιμίλιο Παύλο. Τον 1ο π.Χ. αιώνα λειτουργούσε σαν αρένα. Σήμερα, στο αρχαίο θέατρο, τους καλοκαιρινούς μήνες, πραγματοποιούνται φεστιβαλικές εκδηλώσεις, με έργα κυρίως των αρχαίων κλασικών συγγραφέων.
Το Βουλευτήριο, κατασκευάστηκε στα τέλη του 4ου ή αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα. Αποτελείται από μια αίθουσα διαστάσεων 43.60 Χ 32.35 μ. και μια δωρική στοά στην πρόσοψη. Ανοικοδομήθηκε μετά την πυρπόλησή του από τους Αιτωλούς το 219 π.Χ. και μετά την καταστροφή του από τους Ρωμαίους (167 π.Χ.). Επισκευάστηκε επί Αυγούστου και λειτουργούσε ως τα τέλη του 1ου π.Χ. αιώνα.
Το Πρυτανείο, είναι ένα ορθογώνιο οικοδόμημα το οποίο κατασκευάστηκε τον 4ο π.Χ. αιώνα και έχει διαστάσεις 17.30 Χ 10.70 μ. Είναι το αρχαιότερο κτίριο του αρχαιολογικού χώρου της Δωδώνης, μετά το μαντείο. Χρησίμευε ως κατάλυμα των ιερέων του Δία ή των ηγεμόνων του Κοινού των Μολοσσών. Καταστράφηκε το 219 π.Χ. από τους Αιτωλούς.
Η Ακρόπολη, βρίσκεται στην κορυφή του λόφου και περιβάλλεται από ένα πολυγωνικό τείχος του 4ου π.Χ. αιώνα και έχει περιμέτρο περίπου 750 μ. Το τείχος ενισχύεται κατά τόπους με ορθογώνιους πύργους. Διακρίνονται τρεις πύλες. Στο εσωτερικό του τείχους διακρίνονται θεμέλια κτιρίων και υπόγεια δεξαμενή νερού λαξευμένη σε βράχο.
Το Στάδιο, το οποίο είναι ένα από τα λίγα αρχαία στάδια με λίθινα καθίσματα. Έχει 21 ή 22 σειρές. Είναι σύγχρονο με τη δεύτερη οικοδομική φάση του αρχαίου θεάτρου, δηλαδή τοποθετείται στα τέλη 3ου π.Χ. αιώνα. Το στάδιο δεν είναι πλήρως ανασκαμμένο.
Συγγραφέας: Ανθή Κοντοσώρου
Ημερομηνία: 17/2/2009
Copyright: Marinet Ltd
|